- Σάβος
- Ποταμός της βόρειας πρώην Γιουγκοσλαβίας, δεξιός παραπόταμος του Δούναβη, που φτάνει στο Βελιγράδι ύστερα από ρου 712 χλμ (είναι ο μακρύτερος ποταμός που ρέει σε όλο το μήκος του στη Σλοβενία, Κροατία, Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη).
Πηγάζει από τη βορειοδυτική Σλοβενία, κοντά στα σύνορα με την Ιταλία και την Αυστρία από τη συμβολή δύο πηγαίων κλάδων, του Σάβου Ντολίνκα και του Σάβου Μποχίνικα, και κατέρχεται με ρου διευθυνόμενο προς Α έως το Δούναβη, περνώντας από τις πόλεις Λουμπλιάνα, Ζάγκρεμπ, Σλαβόνσκι και Μπροτ, διαρρέοντας τη Σλοβενία και τη βορειοδυτική Κροατία και αποτελώντας την μεθόριο μεταξύ της βορειοανατολικής Κροατίας (Σλαβωνίας) και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και κατόπιν τη διοικητική μεταξύ της αυτόνομης σερβικής επαρχίας Βοϊβοδίνας και της καθαυτής Σερβίας.
Η κάτω κοιλάδα του παίρνει το όνομα Ποσάβινα κι ακόμα -πιο κάτω το όνομα του Σιρμίου. Οι κυριότεροι παραπόταμοι του είναι ο Κρκα, ο Κούπα, ο Ούνα, ο Βρμπας, ο Μπόσνα και ο Δρίνος, όλοι από δεξιά, που συλλέγουν τα νερά σημαντικού μέρους των Δειναρικών Άλπεων (ο Σάβος αποτελεί ακριβώς το βόρειο όριο της ορεινής αυτής αλυσίδας, καθώς επίσης και το όριο, μαζί με το ρου του Δούναβη πιο κάτω από το Βελιγράδι και του Κούπα, της Βαλκανικής Χερσονήσου).
Ο Σάβος κοντά στο Οράσγιε. Ο ποταμός αυτός πηγάζει από τη βορειοδυτική Σλοβενία και συναντάει τελικά το Δούναβη στο Βελιγράδι.
* * *και Σαβός, ὁ, Α1. ο Σαβάζιος2. στον πληθ. οἱ Σαβοίοι λάτρεις τού Σαβαζίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. φρυγικής προέλευσης].
Dictionary of Greek. 2013.